Ἀλθαιμένης

Ἀλθαιμένης
Ἀλθαιμένης
masc acc pl (attic epic doric)
Ἀλθαιμένης
masc nom/voc pl (doric aeolic)
Ἀλθαιμένης
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αλθαιμένης ή Αλθημένης — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Κρήτης Κατρέα, εγγονός του Μίνωα και αδελφός της Απημοσύνης, της Αερόπης και της Κλυμένης. Επειδή ένας χρησμός είχε αναφέρει ότι θα γινόταν πατροκτόνος, πήγε στον βασιλιά της Ρόδου …   Dictionary of Greek

  • Ἀλθαιμένει — Ἀλθαιμένης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Ἀλθαιμένεϊ , Ἀλθαιμένης masc dat sg (epic ionic) Ἀλθαιμένης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • АЛФЕМЕН —    • Άλθαιμένης,          см. Catreus, Катрей …   Реальный словарь классических древностей

  • Ἀλθαιμένην — Ἀλθαιμένης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλθαιμένους — Ἀλθαιμένης masc gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δωδεκάνησα — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.663 τ. χλμ., 190.071 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Ρόδο. Βρίσκονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται Ν της Σάμου και της Ικαρίας έως το Λιβυκό πέλαγος και Α των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”